Ο σχεδιασμός του προγράμματος «Εξοικονομώ – Αυτονομώ» εκ’ μέρους του Υπουργείου Ενέργειας δείχνει ότι δεν λαμβάνει υπ’ όψη του τα προβλήματα της οικονομίας, της κοινωνίας και της αγοράς. Στον οδηγό του προγράμματος όπως αυτός παρουσιάστηκε στο σχετικό ΦΕΚ 57743 στις 26/11/20 και συγκεκριμένα στο κεφάλαιο 7 παράγραφος 1, διευκρινίζεται ο τρόπος εκταμίευσης προκαταβολής προς τους προμηθευτές, βιοτέχνες και εμπόρους εγκαταστάτες του κατασκευαστικού κλάδου. Αναφέρεται ότι ο ωφελούμενος μετά την αποδοχή της απόφασης υπαγωγής και εφόσον έχει συμπληρώσει τα στοιχεία των προμηθευτών ανάδοχων και μελετητών του προγράμματος φροντίζει για τις απαραίτητες προκαταβολές.

Το ερώτημα που τίθεται εξαρχής είναι αν οι πενιχρές προκαταβολές ανταποκρίνονται στις πραγματικές ανάγκες της αγοράς στον κλάδο μέσα σε μία πανδημική κρίση η οποία έχει αναστατώσει την οικονομία και έχει φτάσει τις επιχειρήσεις στα όρια τους. Θα περίμενε κάποιος μέσα στην ζοφερή εικόνα που βιώνουμε, οι προκαταβολές να είναι πιο γενναίες και όχι ανίκανες να βοηθήσουν επί της ουσίας τους προμηθευτές. Μάλλον θα δημιουργήσουν επί πλέον προβλήματα στην αγορά, διότι ο ωφελούμενος εάν χρηματοδοτεί το υπόλοιπο του συνολικού κόστους της ενεργειακής αναβάθμισης του ακινήτου του με ίδια κεφάλαια, τότε θα εκταμιεύσει προκαταβολή ίση με το ποσοστό συμμετοχής του στο πρόγραμμα. Επειδή όμως τα ποσοστά επιχορήγησης έχουν αυξηθεί καθώς προστίθενται και τα διάφορα μπόνους που συνοδεύουν και ενισχύουν τα εισοδηματικά κριτήρια ένταξης των ωφελούμενων, αντιλαμβανόμαστε ότι τα ποσά ίδιας συμμετοχής είναι μικρά. Εάν η συμμετοχή καλύπτεται με τραπεζικό δανεισμό τότε έχουμε ακόμη μικρότερη προκαταβολή (ποσοστό 70% της ιδίας συμμετοχής). Αυτό σημαίνει ότι μειώνεται ακόμη περισσότερο η προκαταβολή προκαλώντας πλείστα προβλήματα, με δεδομένο ότι η εξόφληση των έργων πάντα αργεί και ξεφεύγει του χρονοδιαγράμματος. Σε μια αγορά η οποία έπειτα από τη δεκαετή οικονομική κρίση καλείται τώρα να αντιμετωπίσει και την κρίση λόγω της πανδημίας, πόσο θα αντέξουν βιοτεχνίες, εμπορικά και βιομηχανίες;

Συνεπώς μιλάμε για ελάχιστες προκαταβολές οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικές ανάγκες και αποκλείουν τις μικρές επιχειρήσεις από την ενεργή συμμετοχή τους στο πρόγραμμα «Εξοικονομώ – Αυτονομώ». Αποτέλεσμα θα είναι πολλές επιχειρήσεις να μη συμμετέχουν λόγω αδυναμίας κάλυψης των εξόδων υποστήριξης των προγραμμάτων. Οι ελάχιστες προκαταβολές δεν μπορούν να βοηθήσουν επί της ουσίας τους επαγγελματίες βιοτέχνες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις εν μέσω πανδημικής κρίσης με σοβαρές συνέπειες στην οικονομία.
Εκτός αν η κυβέρνηση θέλει να ενισχυθεί η ολίγο πώληση μέσω εταιρειών που έχουν δημιουργηθεί για να υλοποιήσουν πλήθος προγραμμάτων με την υποστήριξη μάλιστα χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ή και βιομηχανικών ομίλων. Για άλλη μία φορά επισημαίνουμε ότι οι μικρές επιχειρήσεις τώρα πρέπει να στηριχτούν επί της ουσίας. Οι βιοτεχνίες του κλάδου μας, αλλά και όλοι οι τεχνικοί κλάδοι απασχολούν αρκετούς εργαζόμενους και μάλιστα λόγω της ιδιαίτερης έντασης εργασίας που χαρακτηρίζει τα έργα ενεργειακής αναβάθμισης, ενισχύουν καθοριστικά την απασχόληση, τα φορολογικά και τα ασφαλιστικά έσοδα του Κράτους.

Η εκταμίευση της προκαταβολής είναι απαραίτητο να καταβάλλεται εγκαίρως και σε ποσοστό τουλάχιστον 50% του συνολικού κόστους των παρεμβάσεων, ώστε να βοηθάει ουσιαστικά τους προμηθευτές του προγράμματος. Καλούμε λοιπόν τους υπεύθυνους στο σχεδιασμό του προγράμματος να αλλάξουν τους όρους εκταμίευσης προκαταβολής, είτε μέσω ίδιας συμμετοχής, είτε μέσω δανείων καθώς και να επιτρέψουν την εκταμίευση προκαταβολής από την προβλεπόμενη επιχορήγηση του εκάστου έργου.

Οι μικρές επιχειρήσεις και οι βιοτεχνίες προσφέρουν ποιοτικά προϊόντα και μάλιστα πιο εξατομικευμένα για τους ιδιώτες πελάτες ωφελούμενους του προγράμματος «Εξοικονομώ – Αυτονομώ». Θεωρούμε απαραίτητο να γίνει άμεσα τροποποίηση επί της δημοσίευσης του οδηγού του Προγράμματος, έτσι ώστε να υποστηριχτεί η εύρυθμη λειτουργία της αγοράς.

Επιπροσθέτως θα πρέπει να υπάρχει ενημέρωση των προμηθευτών για την πορεία υλοποίησης των έργων. Στο πρόγραμμα «Εξοικονόμηση κατ’ Οίκον ΙΙ», παρατηρήθηκαν σημαντικές καθυστερήσεις σε έργα στα οποία είχαν υλοποιηθεί οι παρεμβάσεις. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση της αποπληρωμής των έργων, κάτι που δημιούργησε αλυσιδωτές αντιδράσεις σε όλη την εφοδιαστική αλυσίδα, επηρεάζοντας πολύ αρνητικά τη ρευστότητα των επιχειρήσεων.

Πρότασή μας είναι να υπάρχει δυνατότητα ενημέρωσης των προμηθευτών, μέσω του πληροφοριακού συστήματος, σχετικά με το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η υλοποίηση του κάθε έργου στο οποίο έχουν εμπλακεί.
Ο χρόνος που απομένει είναι ικανός και μπορούν να γίνουν αλλαγές και τροποποιήσεις διότι σε διαφορετική περίπτωση θα γίνουμε μάρτυρες ακόμη περισσότερων προβλημάτων που απειλούν τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις καθώς και τις θέσεις απασχόλησης που αυτές υποστηρίζουν.